Εικόνες της φύσης

Εικόνες της φύσης
Τρίπολη Αρκαδίας-Πλατεία Άρεως, Ο Αρχιστράτηγος του Αγώνα Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Σάββατο 10 Απριλίου 2021

Πολιορκία του Μεσολογγίου- Η πείνα ο μεγαλύτερος εχθρός

 


Ενώ το Μεσολόγγι πολιορκείται σκληρά και αντιστέκεται, οι γυναίκες του Μεσολογγίου έχουν καταφύγει στη Ζάκυνθο για να γλυτώσουν από τους Τούρκους και αναγκάζονται να ζητιανεύουν ακούγοντας τις κανονιές να πέφτουν στο ηρωϊκο Μεσολόγγι. 

 
Ο Διονύσιος Σολωμός μας δίνει εικόνες μέσα από το έργο του “Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ”
 απόσπασμα: “Οι Μισολογγίτισσες”



“1. Και συνέβηκε αυτές τες ημέρες οπού οι Τούρκοι επολιορκούσαν το Μισολόγγι, και συχνά ολημερνίς και κάποτε οληνυχτίς έτρεμε η Ζάκυθο από το κανόνισμα το πολύ.
2. Και κάποιες γυναίκες Μισολογγίτισσες επερπατούσαν τριγύρω γυρεύοντας για τους  άνδρες τους, για τα παιδιά τους, για τ’ αδέλφια τους που επολεμούσανε.
3. Στην αρχή εντρεπόντανε νάβγουνε και επροσμένανε το σκοτάδι για ν’ απλώσουν το χέρι επειδή δεν ήτανε μαθημένες.
4. και είχανε δούλους και είχανε σε πολλές πεδιάδες και γίδια και πρόβατα και βόιδα πολλά.
5. Ακολούθως εβιαζόντανε και εσυχνοτηράζανε από το παρεθύρι τον ήλιο πότε να βασιλέψη για νάβγουνε.
6. Αλλά όταν επερισσέψανε οι χρείες εχάσανε την ντροπή, ετρέχανε ολημερνίς.
7. Και όταν εκουραζόντανε εκαθόντανε στ’ ακρογιάλι κι ακούανε, γιατί εφοβόντανε μην πέση το Μισολόγγι.
8. και τες έβλεπε ο κόσμος να τρέχουνε στα τρίστρατα, τα σταυροδρόμια, τα σπίτια, τα ανώγια και τα χαμώγια, τες εκκλησίες, τα ξωκλήσια γυρεύοντας.
9. Και ελαβαίνανε χρήματα, πανιά για λαβωμένους.
10. Και δεν τους έλεγε κανένας όχι, γιατί οι ρώτησες των γυναικών ήτανε τες κανονιές του Μεσολογγιού και η γη έτρεμε αποκάτου από τα πόδια μας.
11. Και οι πλέον πάμφτωχοι εβγάνανε το οβολάκι τους και το δίνανε και εκάνανε το σταυρό τους κοιτάζοντας κατά το Μεσολόγγι και κλαίοντας.


Γράφει ο Μιχ. Οικονόμου για το Μεσολόγγι:
 “…..κατά δε τους μακρούς αγώνας εκ του παραδείγματος της αμίλλης και της ανάγκης (συγκεντρώθηκαν) πάντες οι δυνάμενοι φέρειν όπλα, οι νέοι μάλιστα, εγυμνάσθησαν εις την των όπλων χρήσιν και ησκήθησαν εςι την των κινδύνων καταφρόνησιν, την  εν πολέμοις αφοβίαν και αψηφησίαν του θανάτου. Αρξαμένων των πολιορκών….πολλαί εξ αυτής οικογένειαι, αι ευπορότεραι, κατέφυγον εις την Επτάνησον…….επί της τελευταίας μάλιστα πολιορκίας πολλαί εξεπέμφθησαν, και δια να μη δαπανώσι τας τροφάς ανίκανοι, και δια να μην υφίστανται τους ακατάπαυστους πυροβολισμούς, βομβαρδισμούς, και κινδύνους, και φόβους ανωφελώς….”

 

Η ΠΕΙΝΑ, ο φοβερός εχθρός των πολιορκημένων του  Μεσολογγίου!


 

Στα παρακάτω κείμενα-αποσπάσματα ο αγωνιστής και ιστορικός Μιχ. Οικονόμου αποδίδει ευθύνες για την βοήθεια που δεν έφτανε, ενώ η πείνα θέριζε τους πολιορκημένους από ισχυρά τουρκικά στρατεύματα,
και ο επίσης αγωνιστής και ιστορικός Νικόλαος Κασομούλης περιγράφει παραστατικά την τραγική κατάσταση που είχαν περιέλθει οι πολιορκημένοι λόγω έλλειψης τροφών..

Μάρτιος 1826-πολιορκία Μεσολογγίου

Γράφει ο Μιχ. Οικονόμου  για το Μεσολόγγι:
“… Αλλ’ αντί των στραταρχών τούτων, άλλος ήδη εχθρός πλέον φοβερός ανέλαβε τον κατά της πόλεως αγώνα. Η ΠΕΙΝΑ! Πάσα ανθρωπίνη τροφή εξέλιπε τέλος εν τη πόλει, η μέλλησις δεν επήλπιζε πλέον, και οι πλείστοι ένεκα της ασιτίας εγίνοντο σκελετώδεις και άθυμοι. Η Πείνα κατέλαβε το Μεσολόγγι, και η πτώσις του κατέστη άφυκτος, εξ απροβλεψίας μεν αξιοκατακρίτου των μέχρι τούτου κυβερνησάντων (πρόσθες δε και τινός προηγηθείσης αφειδίας και αμετρίας των έσω). Δια των δανείων, και ιδίως δια της Β΄ και Γ΄δόσεως, εάν επί ματαίω και ασώτως δεν εσπαταλώντο επί των εμφυλίων πολέμων δια τους ιδίους αυτών φιλοδόξους σκοπούς τα χρήματα. Εαν εις ματαίας επιχειρήσεις και δαπάνας ασκόπους και εν ου δέοντι δεν καταναλίσκοντο τα τε εσωτερικά, εαν δεν επετώντο απ’ εδώ και απ’ εκεί, δεξιά και αριστερά, εις κόλακας και κηφήνας ευνοούμενους. Ενί λόγω εάν σωφρόνως και καλώς διεχειρίζοντο, εδύνατο και το Μεσολόγγι να προμηθευθή δια τροφών και των άλλων αναγκαίων επί πλείστον χρόνον και ν’ αποβή προπύργιον ακαταμάχητον, να μην κάμη ο εχρθρός τόσας προόδους και η Ελλάς να μην πάθει όσα έπαθε. Και έρανοι επανειλημμένως συνήχθησαν, και αι του κράτους πρόσοδοι, αν και από καιρού εις καιρόν ένεκα του πολέμου και των αναποδράστων κατ’ αυτόν περιστάσεων, ηλαττώθησαν, δεν εξέλιπον όμως όλως, αλλά και αύται συν τοις άλλοις εις την των δανείων τύχην υπέκυψαν…..” 


Γράφει ο Νικόλαος Κασομούλης:

“….Από τα μέσα Φεβρουαρίου(1826), άρχισαν πολλαίς φαμελλιαίς να υστερούνται το ψωμί. Μία Μεσολογγίτισσα, Βαρβάρηνα ωνομάζετο...ετελείωσεν την θροφήν της, και μυστικά, μαζί με άλλαις δύο φαμελλιαίς Μεσολογγίτισσες, έσφαξαν ένα γαιδουράκι,πουλάρι, και το έφαγαν.
Μια συντροφιά στρατιωτών Κραβαριτών είχεν έναν σκύλο και, κρυφά, και αυτοί, τον έσφαξαν και τον μαγείρευσαν.
Ημέραν παρ΄ημέραν αυξάνουσα η πείνα, έπεσεν και η πρόληψις και όλα, του να τρώγουν ακάθαρτα, και άρχισαν αναφανδόν πλέον να σφάζουν έλογα, μουλάρια, και γαιδούρια, και ακόμη να τα πωλούν μία λίρα την οκά οι ιδιοκτήται των -και που να προφτάσουν; Τρεις  ημέραις απέρασαν, και ετελείωσαν και αυτά τα ζώα.
Περί τα τέλη Φεβρουαρίου, οι στρατιώται άλλοι είχαν από 2-3 οκ. Αλεύρι (έκαστος), και άλλοι καθόλου……
Εδιορίσθη μία επιτροπή….εξετάσασα κατά σειράν τας οικίας, μόλις ηύρεν 600 οκάδες,και εως 600 (άλλες οκ.) οπού είχαν αι σάκκινες, 1200. Τούτο (το αλεύρι) εμοιράσθη με εν φιλτζιάνι(ως μέτρον). Εμοίρασαν και από εν φιλτζιάνι κουκκιά. Άρχισαν λοιπόν να σμίγουν ετούτο το ολίγον κουκκι και αλεύρι εις τον τέντζερην και να βάνουν (μέσα και) καβούρους στουμπίζοντας τους.
Ο συνεργάτης του Κου Γ. Μεσθενέα τυπογράφου, καθήμενος  εις  την οικίαν μας , έσφαξεν και εφαγεν μίαν γάταν…...και εις ολίγας ημέραις γάτα δεν έμεινεν. Ο  Αγιομαυρίτης ιατρός (Π.Στεφανίτσης) εμαγείρευσεν τον σκύλον…….Οι στρατιώται πλέον αυθαδίασαν και άρπαζαν οποιονδήποτε σκύλον ή γάτα εύρισκαν εις τον δρόμον.
Άλογα δεν είχαν μείνει αλλά παρά εν άτι του στρατ. Γεωργάκη Κίτζιου, ο περίφημος Αλαμπάτζιας άτι του Κ.Τζιαβέλα…...τρέχοντες οι στρατιώται άνω-κάτω-ζητούντες ζώα-…...με μυρίας παρακλήσεις και ανθιστάσεις εδυνήθημεν να το σώσωμεν.
Η επιτροπή ηύρεν τρυπωμένον τρανταπέντε οκάδες γαλέττα, το οποίον είχε κρυμμένον ο φροντιστής του Στορνάρη Μήτρος Γρουμπογιάννης. Το λεηλάτησαν, και τούτο έπειτα τον έδειραν οι στρατιώται μας, διότι μας έβλεπεν ότι πεθαίνομεν ολοένα, και αυτός ζούσεν καλά.
Αρχίσαμεν, περί τας 15 Μαρτίου, ταις πικραλήθρες, χορτάρι της θαλάσσης. Το εβράζαμεν πέντε φοραίς έως ότου έβγαινεν η πικράδα, και το ετρώγαμεν με ξείδιι και λάδι ωσάν σαλάτα, αλλά και με ζουμί από καβούρους ανακατωμένον και τούτο.
Εδόθησαν ακι στους ποντικούς, πλην ήτον ευτυχής όστις εδύνατο να πιάση έναν. Βατράχους δεν είχαμεν, κατά δυστυχίαν.
Από την έλλειψιν της θροφής αύξαναν αι ασθένειαι, πονόστομος και αρθρίτις….”

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου